top of page
  • Wix Facebook page
  • es.jpg
  • Wix Google+ page

 Ως υπερβαρικό περιβάλλον ορίζουμε εκείνο το περιβάλλον υγρό ή ξηρό (θάλαμος αποσυμπίεσης) στο οποίο η πίεση περιβάλλοντος είναι μεγαλύτερη της 1 ΑΤΑ (εργαστηριακή μονάδα πίεσης). Η φυσιολογία του αυτοδύτη σε υπερβαρικό περιβάλλον εξετάζεται τόσο από την άποψη της αλλαγής του όγκου των αερίων που κυκλοφορούν στο ανθρώπινο σώμα, ιδιαίτερα κατά τη φάση της ανάδυσης, όσο και από την άποψη της επίδρασης των αερίων υπό πίεση στο ανθρώπινο σώμα. Τα συνηθέστερα προβλήματα που μπορούν εν δυνάμει να προκαλέσουν οι εναλλαγές της πίεσης είναι:

 

    α. Δηλητηρίαση οξυγόνου. Ίσως φαίνεται παράξενο, αλλά και το οξυγόνο μπορεί να είναι τοξικό σε υπερβαρικό περιβάλλον. Δρα δηλαδή σαν δηλητήριο, όταν εισπνέεται με μεγάλη μερική πίεση. Στην πραγματικότητα, όταν η μερική πίεση του οξυγόνου υπερβεί τις 0,6 ΑΤΜ (φυσική μονάδα πίεσης) είναι πιθανή η εκδήλωση βλαβών στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Αν η μερική πίεση υπερβεί τις 1,5 ΑΤΜ, ή πιθανότητα αυτή φθάνει το 90%. Τα συμπτώματα της οξείας μορφής δηλητηρίασης οξυγόνου ποικίλλουν από μούδιασμα και συσπάσεις στα χείλια και σε άλλους μυώνες του προσώπου, ίλιγγο, ναυτία, ασυνήθιστο αίσθημα κόπωσης, διαταραχές της αναπνοής, ευφορία και αίσθημα μέθης, διαταραχές της όρασης και απώλεια της συνείδησης έως γενικευμένους σπασμούς, όμοιους με εκείνους της επιληπτικής κρίσης.

 

    β. Νάρκωση αζώτου. Ως νάρκωση αζώτου ορίζουμε την προοδευτική εμφάνιση συμπτωμάτων μέθης ή νάρκωσης κατά την έκθεση του δύτη σε υπερβαρικό περιβάλλον. Το άζωτο σε μεγάλη μερική πίεση δρα όπως τα αναισθητικά αέρια κατά τη γενική νάρκωση που παρέχεται για ιατρικούς σκοπούς. Σύμφωνα με τις σύγχρονες απόψεις, η αύξηση του όγκου της μεμβράνης των νευρικών κυττάρων λόγω απορρόφησης αζώτου προκαλεί διαταραχές στη νευροδιαβίβαση με αποτέλεσμα τη νάρκωση. Η χρήση οινοπνεύματος πριν από την κατάδυση μειώνει το βάθος εμφάνισης των συμπτωμάτων και έχει αθροιστικό αποτέλεσμα στις επιδράσεις του αζώτου. Οι εκδηλώσεις της νάρκωσης ποικίλουν ανάλογα με το βάθος και την ευαισθησία του δύτη. Οι συχνές καταδύσεις αυξάνουν την αντοχή του οργανισμού στην επίδραση του αζώτου και τα συμπτώματα της νάρκωσης δεν εμφανίζονται σχεδόν ποτέ σε πίεση μικρότερη από 3,5 ΑΤΜ.

 

    γ. Βαροτραύματα αεροφόρων χώρων. Ως βαροτραύμα γενικώς ορίζεται εκείνη η παθογόνος εκείνη κατάσταση που προκύπτει από την έκθεση μιας περιοχής του ανθρώπινου σώματος σε δυσβαρικό πεδίο, δηλαδή πεδίο με ανομοιόμορφη κατανομή της πίεσης.Οι φυσικοί αεροφόροι χώροι που επηρεάζονται εμφανέστερα από την αυξανόμενη πίεση βρίσκονται στα αυτιά και τους παραρρίνειους κόλπους. Ο τεχνητός αεροφόρος χώρος που επηρεάζεται από την αυξανόμενη πίεση είναι εκείνος που δημιουργείται από τη μάσκα. Κατά την κατάδυση, η υδροστατική πίεση αυξάνει και ωθεί τους αεροφόρους χώρους. Αν δε διατηρείται εξισωμένη ως προς την εξωτερική, η πίεση των αεροφόρων χώρων προκαλεί δυσφορία και πόνο, αν την αγνοήσουμε και συνεχίσουμε να κατεβαίνουμε. Αυτή η αίσθηση μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα μια σύνθλιψη του αεροφόρου χώρου ή βαροτραύμα.

 

    Το βαροτραύμα είναι πιθανό σε αρκετά σημεία, τα αυτιά, τις παραρρινικές κοιλότητες τα δόντια, τους πνεύμονες και τη μάσκα. Ευτυχώς οι δύτες μπορούν να αποφύγουν εύκολα τη σύνθλιψη. Για να αποφύγουμε τη δυσφορία, η πίεση σε έναν αεροφόρο χώρο πρέπει να είναι πάντα ίση με την εξωτερικά ασκούμενη πίεση του περιβάλλοντος. Τούτο κατορθώνεται με την πρόσθεση αέρα στους αεροφόρους χώρους, πριν νιώσουμε δυσφορία, μια πράξη που αποκαλείται εξίσωση. Το συνάχι (είτε εξαιτίας κρυολογήματος ή αλλεργίας) είναι δυνατόν να κλείσει τους αεραγωγούς, κάνοντας την εξίσωση δύσκολη ή αδύνατη. Σε αυτή την περίπτωση δε συμβουλεύεται η χρήση αποσυμφορητικών, καθώς η φαρμακευτική αγωγή που ακολουθείται έχει συχνά ανεπιθύμητες παρενέργειες κατά την κατάδυση. Επίσης, ανεπιθύμητες είναι οι σφιχτές κουκούλες, οι οποίες μπορούν επίσης να εμποδίσουν την εξίσωση και απαγορεύονται αυστηρώς οι ωτοασπίδες.

 

    δ. Πνευμονικά Βαροτραύματα.

 

    1. Σύνθλιψη. Η σύνθλιψη προκύπτει εξαιτίας της μεγάλης εξωτερικής πίεσης κατά την κατάδυση, ιδιαίτερα αν η φάση της καθόδου γίνεται με εκπνοή ή με λίγο αέρα στους πνεύμονες. Τα συμπτώματα της σύνθλιψης είναι η αιμόπτυση σε ελαφριές περιπτώσεις και η οξεία αναπνευστική ανεπάρκεια σε σοβαρότερες περιπτώσεις.

 

    2. Υπερδιάταση πνευμόνων. Είναι βαροτραύμα που προκαλείται κατά την ανάδυση και προϋποθέτει αναπνοή αέρος υπό πίεση. Αν ο αυτοδύτης κρατήσει την αναπνοή του κατά την ανάδυση ή παγιδευτεί αέρας στους πνεύμονες για κάποιον άλλο λόγο (κρύωμα, φλεγμονή του αναπνευστικού), τότε με τη μείωση της περιβάλλουσας πίεσης η διόγκωση του αέρα προκαλεί υπερδιάταση των πνευμόνων. Ένα ποσοστό των βρογχιόλων συνθλίβεται, τα πνευμονικά αρτηρίδια και οι κυψελίδες τραυματίζονται και το αίμα αναμιγνύεται με τον αέρα στους πνεύμονες, γεγονός που εξηγεί και την αιμόπτυση ως σύμπτωμα. Ανάλογα τώρα με την κατεύθυνση που θα πάρει ο διαστελόμενος αέρας, έχουμε 4α είδη υπερδιάτασης πνευμόνων:

 

    Εμβολή Αέρα. Είναι η σοβαρότερη περίπτωση υπερδιάτασης, καθώς ο αέρας εισέρχεται στη ροή του αίματος, μέσω των τραυματισμένων κυψελίδων και των πνευμονικών αρτηριδίων. Αν μάλιστα ο αέρας περάσει στο αρτηριακό σύστημα, τότε οι φυσαλίδες είναι δυνατόν να σταματήσουν σε οποιοδήποτε σημείο, διακόπτοντας τη ροή του αίματος. Αν η διακοπή συμβεί στις αρτηρίες που οδηγούν το αίμα στον εγκέφαλο, τότε έχουμε εγκεφαλική εμβολή αέρα. Οι εγκεφαλικοί ιστοί παύουν να οξυγονώνονται και προκαλείται εγκεφαλικό επεισόδιο. Τα συμπτώματα σε μια τέτοια περίπτωση περιλαμβάνουν ζαλάδα, πόνο στο στήθος, σύγχυση, σοκ, αλλαγή προσωπικότητας, παράλυση, απώλεια συνείδησης, λιποθυμία, θάνατο. Όπως είπαμε και προηγούμενα, τα αποτελέσματα της εμβολής αέρα έρχονται πολύ γρήγορα και απαιτούν άμεση παροχή βοηθείας σε θάλαμο αποσυμπίεσης.

 

    Πνευμοθώρακας. Ο πνεύμονας κατά την υπερδιάταση είναι δυνατόν να τραυματιστεί στην επιφάνειά του. Έτσι ο αέρας θα διαφύγει προς την πλευρική κοιλότητα και αυτόματα ο πνεύμονας θα συνθλιβεί. Ο διαστελόμενος αέρας που παγιδεύεται στην πλευρική κοιλότητα ωθεί διαρκώς τον πνεύμονα και προκαλεί οξύ πόνο. Ο πνευμοθώρακας είναι δυνατόν να συμβεί αυτόματα εξαιτίας κάποιας πάθησης. Αν και είναι ασυνήθιστη περίπτωση, εντούτοις μπορεί να συμβεί απροειδοποίητα. Αν μάλιστα συμβεί κατά τη διάρκεια της κατάδυσης είναι σοβαρότερης μορφής, καθώς ο πόνος που προκαλεί οξύνεται αφόρητα κατά τη διαδικασία της ανάδυσης.

 

    Μεσοθωράκιο Εμφύσημα. Κατά το Μεσοθωράκιο Εμφύσημα ο αέρας από τον τραυματισμένο πνεύμονα διαφεύγει προς το κέντρο του στήθους, στο μεσοθωράκιο ασκώντας πίεση στην καρδιά και τα μεγαλύτερα αιμοφόρα αγγεία. Τα συμπτώματά του είναι η λιποθυμία και η αναπνευστική ανεπάρκεια.

 

    Υποδόριο Εμφύσημα. Το Υποδόριο Εμφύσημα συμβαίνει συνήθως μαζί με το Μεσοθωράκιο, καθώς ο αέρας από το Μεσοθωράκιο αναζητά διέξοδο μέσω των μαλακών ιστών της βάσης του λαιμού. Σε αυτή την περίπτωση αισθάνεται κανείς μια διόγκωση στο λαιμό και αλλάζει η φωνή του. Επίσης, αν ψηλαφηθεί το δέρμα σε αυτό το σημείο, παράγεται ένας χαρακτηριστικός τριγμός.

 

    ε. Νόσος των δυτών. Ως νόσο των δυτών ορίζουμε εκείνη την παθολογική κατάσταση που έρχεται ως αποτέλεσμα παραμονής του δύτη σε υπερβαρικό περιβάλλον με πίεση πάνω από 2 ΑΤΜ και για χρονικό διάστημα αρκετό, ώστε το διαλυμένο στους ιστούς άζωτο να σχηματίζει κατά την ανάδυση φυσαλίδες, των οποίων το πλήθος και το μέγεθος δεν επιτρέπει την ομαλή απομάκρυνση μέσω του αναπνευστικού συστήματος. Οι φυσαλίδες αζώτου, που είναι το παθογόνο αίτιο και παράγονται σύμφωνα με το νόμο του Χένρι, σε βαριές περιπτώσεις ανιχνεύονται σχεδόν παντού. Ως βασικός παθολογικός μηχανισμός θεωρείται η απόφραξη της ροής του αίματος στα αρτηρίδια και τα φλεβίδια, που προκαλείται με 'ενεργοποίηση διάφορων μηχανισμών απόφραξης (π.χ πήξη του αίματος) από τις φυσαλίδες αζώτου.

 

    Τα συμπτώματα της νόσου ποικίλουν, αν και κάθε ενόχλημα που ακολουθεί την έκθεσή μας σε αυξημένη πίεση, όσο ασαφές και ασυνήθιστο να είναι, πρέπει να θεωρείται νόσος των δυτών, μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο. Τα συμπτώματα διακρίνονται σε ελαφρά και βαριά. Στα ελαφρά συμπτώματα συγκαταλέγονται ο πόνος στις αρθρώσεις (κυρίως των άκρων) εκδηλώσεις του λεμφικού συστήματος (διόγκωση λεμφαδένων) και δερματικές εκδηλώσεις (κνησμός, ερυθρήματα). Βαρύτερα συμπτώματα της Νόσου των Δυτών είναι τα παρακάτω:

 

    1. Πνευμονική Νόσος (Πόνος πίσω από το στέρνο, Βήχας, Δύσπνοια και Αναπνευστική δυσχέρεια)

 

    2. Νευρολογική μορφή της Νόσου. (Προσβολή του εγκεφάλου, Προσβολή του νωτιαίου μυελού) και ως εκ τούτου πονοκέφαλοι ημικρανιακού τύπου στη μία περίπτωση και διαταραχές της όρασης, ενώ στην άλλη παράλυση των κάτω άκρων. Συνοδεύεται συνήθως από ακράτεια ούρων και κοπράνων.

 

    3. Νόσος του έσω ωτός. Σπάνια εκδήλωση που συνοδεύεται από βουητό στα αυτιά, μείωση της ακοής, ίλιγγο, ναυτία και δυσκολία συντονισμού των κινήσεων.

 

    4. Σοκ. Είναι η βαρύτερη εκδήλωση της Νόσου και συνοδεύει συνήθως την πνευμονική προσβολή. Εκδηλώνεται με απώλεια της συνείδησης, χαμηλή αρτηριακή πίεση, χαμηλή καρδιακή παροχή και συνήθως οδηγεί στο θάνατο, ιδίως αν εκδηλωθεί πρώιμα. Πόνος στην οσφυϊκή χώρα, την κοιλιά και το στήθος υποδηλώνει κατά κανόνα βαρειά μορφή της Νόσου, σε αντίθεση με τον πόνο στα άκρα. Μια άλλη εκδήλωση σοβαρής μορφής νόσου είναι η έντονη σωματική κόπωση, δυσανάλογη προς τις συνθήκες της κατάδυσης. Σε οποιαδήποτε περίπτωση υπάρχουν συμπτώματα νόσου χρειάζεται άμεση μεταφορά σε θάλαμο αποσυμπίεσης το συντομότερο δυνατόν για θεραπεία από ειδικευμένο προσωπικό και σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται η επανακατάδυση για θεραπεία εκδηλωμένης Νόσου ή υποψίας Νόσου.

 

    Υπάρχουν παράγοντες που ευνοούν την εκδήλωση της Νόσου και θα μπορούσαμε συνοπτικά να τους απαριθμήσουμε ως:

 

    1. Αυξημένη σωματική δραστηριότητα κατά την κατάδυση. 

 

    2. Αυξημένη δραστηριότητα κατά την αποπίεση. 

 

    3. Πρόσφατες ορθοπεδικές κακώσεις ή τραύματα.

 

     4. Χαμηλή θερμοκρασία περιβάλλοντος.

 

     5. Παχυσαρκία.

 

     6. Ελαπωμένη πυκνότητα οξυγόνου στον εισπνεόμενο αέρα.

 

     7. Η μεγάλη ηλικία.

 

     8. Η αφυδάτωση.

 

     9. Η λήψη οινοπνεύματος πριν και μετά την κατάδυση.

 

    Τα συμπτώματα της Νόσου είναι δυνατόν να εμφανιστούν μέσα σε 15 λεπτά έως 12 ώρες μετά την κατάδυση. Μετά την πάροδο βέβαια του χρόνου οι πιθανότητες να εκδηλωθεί Νόσος μειώνεται. Με βάση επίσημα στατιστικά στοιχεία το 50% των περιπτώσεων εμφανίζεται σε 30 λεπτά. Το 85% εμφανίζεται σε 1 ώρα, το 35% σε 3 ώρες, ενώ το 1 % σε 6 ώρες. Φυσικά το ποσοστό μειώνεται δραστικά, κάτω του 1 % για το χρονικό διάστημα από 6-12 ώρες.

Η φυσιολογία του υπερβαρικού περιβάλλοντος

bottom of page